Για πρώτη φορά στην ιστορία της, η Άγκυρα βρίσκεται στην προνομιακή θέση να κρατά το κλειδί για το μέλλον και την επιβίωση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.


Για πρώτη φορά στην ιστορία της, η Άγκυρα βρίσκεται στην προνομιακή θέση να κρατά το κλειδί για το μέλλον και την επιβίωση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, τουλάχιστον όπως το γνωρίζαμε μέχρι σήμερα. Οι κατευθυντήριες γραμμές που συμφωνήθηκαν την περασμένη Δευτέρα στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ με τη συμμετοχή της Τουρκίας για το προσφυγικό δεν αφήνουν πολλά περιθώρια για να υποστηρίξει κανείς το αντίθετο. Αυτό που ο τούρκος πρωθυπουργός Αχμέτ Νταβούτογλου χαρακτήρισε «Καϊζερλίδικο παζάρι», παραπέμποντας στην θρυλική τουρκική μέθοδο σκληρής διαπραγμάτευσης, δείχνει τουλάχιστον εκ πρώτης όψεως να απέδωσε.

Το κοινό ανακοινωθέν της Συνόδου, το οποίο στηρίχθηκε εν πολλοίς στα βασικά σημεία της τουρκικής πρότασης, προβλέπει την επιστροφή όλων των νέων παράτυπων μεταναστών –είτε είναι Σύροι είτε όχι- που φθάνουν από τις τουρκικές ακτές στην Ελλάδα, υπό την προϋπόθεση ότι για κάθε Σύρο που θα επιστρέφεται στην Τουρκία από τα ελληνικά νησιά, ένας άλλος Σύρος θα στέλνεται από την Τουρκία στην ΕΕ, στο πλαίσιο μιας διαδικασίας μετεγκατάστασης, επιπλέον 3 δισ. χρηματοδότηση για την Τουρκία, επίσπευση της διαδικασίας άρσης των ταξιδιωτικών θεωρήσεων για τούρκους πολίτες εντός της ΕΕ και εξέταση της δυνατότητας ανοίγματος των διαπραγματευτικών κεφαλαίων για την ενταξιακή πορεία της γείτονος στην ΕΕ.

Από το μέτωπο της Ανατολής σε εκείνο της Δύσης

Το πρώτο ίσως ερώτημα που θα πρέπει να θέσει κανείς δεν έχει τόσο να κάνει με το γιατί η Ευρώπη στρέφεται προς την Τουρκία, αλλά με το γιατί η Τουρκία απαντά στο κάλεσμα της ΕΕ. Με τις προσφυγικές ροές να έχουν λάβει διαστάσεις πρωτοφανούς κρίσης και τις πολιτικές αντοχές της ΕΕ να δοκιμάζονται με πρωτόγνωρο τρόπο, η κίνηση των Βρυξελλών προς την Άγκυρα είναι σε ένα μεγάλο βαθμό κατανοητή. Γιατί όμως η Τουρκία αποφασίζει να κλείσει και μάλιστα με εντυπωσιακή προθυμία το μάτι στις Βρυξέλλες; Η απάντηση στο ερώτημα θα πρέπει μάλλον να αναζητηθεί στο ανατολικό μέτωπο.

Τους τελευταίους μήνες, η στρατηγική της Άγκυρας στη Συρία υπέστη μεγάλα και σοβαρά πλήγματα. Η εμπλοκή της Ρωσίας στο συριακό μέτωπο αλλά κυρίως η διάσταση στρατηγικής με τις ΗΠΑ -έναν παραδοσιακό σύμμαχο στο ΝΑΤΟ- με αφορμή το συριακό και το θέμα των Κούρδων απομόνωσε την Άγκυρα και οδήγησε σε μια υποβάθμιση της περιφερειακής της θέσης στην περιοχή. Η απόφαση που φαίνεται να έχει λάβει η τουρκική ηγεσία συνίσταται σε μια στροφή προς τη Δύση και την Ευρώπη προκειμένου να αντισταθμίσει τις απώλειες, να αυξήσει τη σφαίρα επιρροής της και το περιφερειακό της ρόλο και ενδεχομένως να κερδίσει σε δεύτερη φάση μία κάποια στήριξη από την ΕΕ στο μέτωπο της Ανατολής και ιδίως στο ζήτημα των Κούρδων.

Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά το Politico, ο Ερντογάν σε αυτή τη φάση έχει ανάγκη και εκείνος την Ευρώπη: «Δίνοντας μια χείρα βοηθείας ελπίζει να βρει έναν φίλο στη Δύση, τη στιγμή που ο άλλος σύμμαχός της στο ΝΑΤΟ, οι ΗΠΑ, δεν δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις ανησυχίες της Άγκυρας στο συριακό μέτωπο».

Τι πραγματικά θέλει η Τουρκία από την ΕΕ

Το κοινό ανακοινωθέν της Συνόδου Κορυφής της περασμένης Δευτέρας δεν έγινε δεκτό με ιδιαίτερη θέρμη ούτε από τους ευρωπαίους αξιωματούχους ούτε από στελέχη των κυβερνήσεων των κρατών-μελών. Οι Ευρωπαίοι ποτέ δεν συμφιλιώθηκαν επαρκώς με την ιδέα ότι η Τουρκία θα μπορούσε να παίζει ένα ρόλο στα ευρωπαϊκά πράγματα, πολλώ δεν μάλλον να διαβαίνει -και μάλιστα με γοργά βήματα- τα σκαλοπάτια της ενταξιακής πορείας στην ΕΕ, κάτι που επιδιώκει να επιτύχει η τουρκική πρόταση που παρουσιάστηκε στη Σύνοδο. Από το 1999, όταν η Τουρκία απέκτησε για πρώτη φορά επισήμως το καθεστώς του υποψήφιου μέλους της Ένωσης, αλλά ιδίως από το 2005, όταν ξεκίνησαν οι σχετικές διαπραγματεύσεις, η Ευρώπη δεν δίσταζε να δείξει σε κάθε ευκαιρία τη δυσαρέσκειά της σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο.

Η διαφαινόμενη προσέγγιση Άγκυρας-ΕΕ δεν πρόκειται λοιπόν να είναι μια τόσο εύκολη υπόθεση. Μια τέτοια προσέγγιση θα απαιτήσει υποχωρήσεις και από τις δύο πλευρές. Υποχωρήσεις που ενδεχομένως να είναι πιο «επώδυνες» για την τουρκική από την ευρωπαϊκή ηγεσία, στο βαθμό που η πρώτη θα κληθεί να κάνει μια στροφή 180 μοιρών και να απομακρυνθεί από την αυταρχική λογική των τελευταίων ετών.

Η ειρωνεία ωστόσο του πράγματος είναι πως ούτε ο Ταγίπ Ερντογάν δείχνει να θέλει πραγματικά μια ένταξη στην ΕΕ, που θα είναι εν πολλοίς ασύμβατη τόσο με το ύφος όσο και με την ουσία της διακυβέρνησης που επιθυμεί να ασκήσει. Αρκεί κανείς να ρίξει μια ματιά στις τελευταίες κρατικές παρεμβάσεις στα τουρκικά μέσα ενημέρωσης για να αντιληφθεί πως το άνοιγμα του ενταξιακού κεφαλαίου που αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι όχι απλώς αδύνατο αλλά αδιανόητο, τουλάχιστον προς το παρόν.

Ωστόσο, αναγκάζοντας τις ευρωπαϊκές χώρες να καλέσουν την Τουρκία στο ευρωπαϊκό τραπέζι και να διαπραγματεύονται μαζί της, ο Ερντογάν επιχειρεί να διαμορφώσει στο εσωτερικό της χώρας του το προφίλ ενός ηγέτη που είναι αποδεκτός από τη Δύση, ενισχύοντας τη θέση του απέναντι στην αντιπολίτευση η οποία δικαίως τον κατακρίνει για τις αυταρχικές του ροπές. Την ίδια στιγμή, ευελπιστεί πως όσο οι Βρυξέλλες τον έχουν ανάγκη, θα είναι ενδεχομένως περισσότερο ανεκτικές μαζί του σε ορισμένα θέματα. Με άλλα λόγια, υπάρχει ο ευσεβής πόθος για ένα άρρητο «quid pro quo» σύμφωνα με το οποίο η Ευρώπη θα είναι πιο ανεκτική απέναντι στις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων από την Τουρκία.

Ακόμη, αν τελικά καταφέρει να κερδίσει την άρση των ταξιδιωτικών βεβαιώσεων για τους τούρκους πολίτες στην ΕΕ, ο Ερντογάν θα μπορέσει να εξασφαλίσει για τον εαυτό του τη θέση του στρατηγικού εταίρου της Ευρώπης και για την πατρίδα του μια θέση στις ανεπτυγμένες χώρες του πρώτου κόσμου.

Σε κάθε περίπτωση, παραμένει εξαιρετικά αμφίβολο εάν το τουρκικό ρίσκο θα αποδώσει. Ήδη οι πρώτες αντιδράσεις στη συμφωνία από τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες δεν είναι ιδιαιτέρως ενθαρρυντικές. Χαρακτηριστική είναι η τοποθέτηση του κύπριου προέδρου Νίκου Αναστασιάδη, ο οποίος ξεκαθάρισε πως δεν πρόκειται να δεχθεί να ανοίξουν άνευ όρων τα πέντε διαπραγματευτικά κεφάλαια που έχει μπλοκάρει η Λευκωσία από το 2005. 



Δημοσίευση σχολίου

Από το Blogger.