«Γρήγορες διαδικασίες για τα αντιπλημμυρικά, για να είμαστε έτοιμοι τον χειμώνα
– 30 εκατ. ευρώ έχουν δοθεί, μέχρι σήμερα, στους πυρόπληκτους»
Όσον αφορά στην επόμενη ημέρα για τις πυρόπληκτες περιοχές, υπάρχουν δύο επίπεδα. Το ένα είναι η αποκατάσταση των ζημιών και η στήριξη των συμπολιτών μας. Και, εδώ, να αναφέρουμε ότι –μέχρι σήμερα– έχουν διατεθεί, μέσω της πλατφόρμας για τη στήριξη των πληττόμενων νοικοκυριών και επιχειρήσεων, περίπου 30 εκατ. ευρώ. Το δεύτερο σημείο έχει να κάνει με τα έργα που χρειάζεται να κάνουν οι Δήμοι, οι Περιφέρειες και το Υπουργείο Ενέργειας και Περιβάλλοντος. Τα αντιδιαβρωτικά έργα –τα οποία είναι πιο απλά και γρήγορα– έχουν ξεκινήσει, ήδη, σε διάφορες περιοχές της χώρας. Για, δε, τα αντιπλημμυρικά έργα –τα οποία είναι πιο περίπλοκα και χρονοβόρα– περάσαμε μία τροπολογία από τη Βουλή, προκειμένου να υπάρξει σύντμηση των χρόνων. Αντί, δηλαδή, να έχουμε διαγωνισμούς έξι, οκτώ, ακόμα και δώδεκα μηνών –γιατί, όπως ξέρετε, τα ποσά των αντιπλημμυρικών έργων είναι πολύ μεγάλα– προχωρήσαμε σε μία έκτακτη διαδικασία σαράντα πέντε ημερών. Και σήμερα, ενδεχομένως, θα ανακοινώσουμε ένα πακέτο χρηματοδότησης προς Δήμους και Περιφέρειες –περίπου 50 εκατ. ευρώ– για την υλοποίηση τέτοιου είδους έργων, χωρίς στο πακέτο αυτό να συμπεριλαμβάνεται η Αττική, στην οποία οι παρεμβάσεις που πρέπει να γίνουν, είναι πολύ μεγαλύτερης έκτασης. Εκτός, δηλαδή, από τους απλούς καθαρισμούς ρεμάτων και τα απλά αντιδιαβρωτικά, θα ξεκινήσουν και τα μεγάλα αντιπλημμυρικά έργα πολύ γρήγορα. Είναι πολύ σημαντικό ο πολίτης να νιώθει ότι προσπαθούμε να κινηθούμε όσο το δυνατόν πιο γρήγορα, παρακάμπτοντας γραφειοκρατικές αγκυλώσεις. Και αυτό, ακριβώς, κάνουμε. Ελπίζω ότι, μέχρι τα μέσα Νοεμβρίου, θα είμαστε σε πολύ καλύτερη κατάσταση για να είμαστε έτοιμοι για τον χειμώνα.
«Τα επόμενα χρόνια, θα είναι χρόνια οικονομικής ανάπτυξης για την Ελλάδα
– Η μείωση των φόρων βρίσκεται στον πυρήνα της φιλοσοφίας μας»
Προσωπικά, εκτιμώ ότι οι ρυθμοί ανάπτυξης θα είναι πολύ ισχυροί. Όλη την τελευταία διετία, πίστευα από την αρχή ότι το ΑΕΠ –παρά την απότομη κάμψη του– θα έχει μία απότομη ανάκαμψη, μετά την πανδημία, η οποία θα εξισορροπήσει –κατά κάποιον τρόπο– την ύφεση της μιας χρονιάς με την ανάπτυξη της άλλης. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, αυτό που έχει σημασία είναι να έχει μονιμότερα χαρακτηριστικά. Και πιστεύουμε ότι θα έχει. Προσωπικά, εκτιμώ ότι τα επόμενα χρόνια, θα είναι χρόνια οικονομικής ανάπτυξης για την Ελλάδα. Τόσο ο Πρωθυπουργός, όσο και το οικονομικό επιτελείο, βλέπουν τις διαφορές ανάμεσα στις αρχικές εκτιμήσεις και στην πραγματικότητα που αποδεικνύεται ότι είναι πολύ καλύτερη. Και όποιο περιθώριο υπάρχει για στήριξη της οικονομίας και της κοινωνίας, θα διατεθεί. Νομίζω ότι, ως προς αυτό, ήταν ξεκάθαρος και ο Υπουργός Οικονομικών. Και επειδή είμαστε σε μία περίοδο, κατά την οποία καταρτίζεται το προσχέδιο του προϋπολογισμού –και αργότερα, θα έρθει και ο τελικός προϋπολογισμός στη Βουλή– ας περιμένουμε λίγο για τις τελικές ανακοινώσεις.
Η εισφορά αλληλεγγύης, το τέλος επιτηδεύματος, αλλά και άλλοι φόροι που έχουν μειωθεί ή ανασταλεί, το τελευταίο χρονικό διάστημα, εντάσσονται στο ευρύτερο πλαίσιο των προεκλογικών δεσμεύσεων του Κυριάκου Μητσοτάκη. Ας μην ξεχνάμε, εδώ, ότι το τρίπτυχο της Νέας Δημοκρατίας προεκλογικά ήταν: λιγότεροι φόροι, περισσότερες επενδύσεις και δουλειές και ασφάλεια για όλους. Επομένως, πιστεύω ότι σε όλα τα επόμενα βήματα που θα δούμε –με πρώτο αυτό του προϋπολογισμού– θα κάνουμε ακόμη ένα βήμα προς την άρση τέτοιων έκτακτων επιβαρύνσεων, όπως το τέλος επιτηδεύματος και η εισφορά αλληλεγγύης που επιβλήθηκαν στα χρόνια των μνημονίων. Εάν, τώρα, θα είναι καθολικό ή εάν θα είναι πιο στοχευμένο, αυτό θα εξαρτηθεί από τις δημοσιονομικές δυνατότητες που θα υπάρξουν.
«Τα μέτρα της Κυβέρνησης αντισταθμίζουν τις αυξήσεις
– Οι ανατιμήσεις μπορούν να απορροφηθούν»
Πράγματι, αρκετά αγαθά πρώτης ύλης έχουν ανατιμηθεί το τελευταίο διάστημα λόγω του «εισαγόμενου πληθωρισμού» -εάν μπορούμε να τον αποκαλέσουμε έτσι- και των ανατιμήσεων που βλέπουμε σε διεθνές επίπεδο. Ωστόσο δεν θεωρώ ότι είμαστε στο επίπεδο που να μην μπορεί να απορροφηθεί αυτή η αύξηση. Και αυτό για δύο λόγους. Αρχικά, εδώ και καιρό –ιδίως στην εστίαση– η Κυβέρνηση έχει εφαρμόσει μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ. Επομένως, όλο το προηγούμενο χρονικό διάστημα, είχαμε ενισχύσει εμμέσως τα περιθώρια κέρδους των επιχειρήσεων, καθώς δεν είδαμε μείωση τιμών. Από την άλλη μεριά, έχουμε το πακέτο που έχει να κάνει με την προστασία από τις ανατιμήσεις της ενέργειας, το οποίο πιστεύουμε ότι θα προστατεύσει, για κάποιο χρονικό διάστημα, τους επαγγελματίες στην αγορά, έτσι ώστε να μην μετακυλήσουν το κόστος στους καταναλωτές. Όλα αυτά –επαναλαμβάνω– με τη λογική ότι πρόκειται για ένα συγκυριακό φαινόμενο, το οποίο μέσα σε κάποιους μήνες θα ξεπεραστεί. Εάν μιλάμε για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, θα χρειάζεται ενδεχομένως μία αναθεώρηση.
Σχετικά, τώρα, με τις ανατιμήσεις στην ενέργεια, σε παγκόσμιο επίπεδο, υπάρχει μία πραγματικότητα. Και αυτή σχετίζεται με μία επιβράδυνση της απότομης ανάπτυξης που υπήρξε τους προηγούμενης μήνες –τουλάχιστον στις ΗΠΑ και την Ευρώπη– μετά την ευφορία που προκάλεσε η άρση των πρώτων λοκντάουν. H επιβράδυνση αυτή θα επηρεάσει σίγουρα και τις τιμές των αγαθών και τις τιμές της ενέργειας, παγκοσμίως, όπως και η επιβράδυνση που ενδεχομένως μπορεί να υπάρξει στην Κίνα, μετά τις τελευταίες εξελίξεις. Επειδή στην παγκόσμια οικονομία είμαστε όλοι αλληλένδετοι –και επειδή οι ανατιμήσεις ήταν εισαγόμενες– θα πρέπει να περιμένουμε λίγο. Εμείς πήραμε ένα πακέτο μέτρων –κάποιων μηνών– και ελπίζουμε να μην χρειαστεί να το παρατείνουμε. Είναι, πάντως, γεγονός ότι υπάρχει ένα «buffer» ρευστότητας, το οποίο μπορούμε να το χρησιμοποιήσουμε όλοι, φροντίζοντας να απορροφήσουμε αυτούς τους κραδασμούς –επαναλαμβάνω– για κάποιο χρονικό διάστημα.
«Να εμβολιαστούν όσοι δεν το έχουν κάνει ακόμα»
Προσωπικά, με τρομάζει σε ατομικό επίπεδο –και όχι σε συλλογικό ή σε επίπεδο οικονομίας– για τον καθένα από τους συμπολίτες μας που επέλεξε να μην εμβολιαστεί, ενώ έχει τη δυνατότητα δωρεάν εμβολίου, εδώ και τόσους μήνες, και παρ’ όλα αυτά, εξακολουθεί να θέτει και τον εαυτό του, αλλά και το περιβάλλον του σε κίνδυνο. Κάνω μία έκκληση, ξανά, σε όλους όσοι δεν έχουν εμβολιαστεί, να αφήσουν στην άκρη τις σειρήνες του ανορθολογισμού και τα εύκολα λόγια –τα οποία βλέπουμε ότι πολλοί προσπαθούν να διακινούν, το τελευταίο διάστημα, μέσω διαδικτύου– και να σπεύσουν να κάνουν το εμβόλιο, γιατί είναι καλό για τους ίδιους, τους αγαπημένους τους, την κοινωνία και την οικονομία ευρύτερα.
Στη Βόρεια Ελλάδα, πράγματι, βλέπουμε μία έξαρση, η οποία υπάρχει το τελευταίο χρονικό διάστημα. Επίσης, βλέπουμε σε κάποιες περιοχές της χώρας κάποια ποσοστά εμβολιασμού, τα οποία –ακόμα και τώρα– δεν είναι τα επιθυμητά. Για αυτόν τον λόγο, θα κάνουμε, ξανά, μία στοχευμένη προσπάθεια –με την πειθώ, με τους εμπορικούς, τους ιατρικούς και όλους τους επαγγελματικούς συλλόγους– προκειμένου να βάλουμε ένα φρένο σε αυτόν τον ανορθολογισμό. Βεβαίως, τόσους μήνες έπειτα από αυτή τη μάχη που δίνουμε καθημερινά με την πανδημία, όλοι είναι ενήμεροι. Κανένας, δηλαδή, δεν μπορεί να μιλήσει πια για άγνοια. Επομένως, το θέμα της πολιτικής περνάει ενδεχομένως σε ένα δεύτερο στάδιο. Το σημαντικό, πλέον, είναι το πώς θα κοιτάξουμε την επόμενη ημέρα. Στο θέμα της ατομικής υγείας, νομίζω ότι είναι σαφές στον καθένα μας τι πρέπει να κάνει: να χρησιμοποιήσει το βασικό του όπλο, που δεν είναι άλλο από το εμβόλιο. Και είναι σαφές, επίσης, ότι οι περιορισμοί θα πρέπει να αφορούν τους ανεμβολίαστους και όχι τους εμβολιασμένους.
«Θα συνεχίσουν οι πολύ καλές διμερείς μας σχέσεις με τη Γερμανία»
Όλη η Ευρώπη περιμένει την Γερμανία να εξακολουθεί να παίζει έναν ηγετικό ρόλο για τα μεγάλα θέματα που την απασχολούν. Και αυτά δεν είναι άλλα από την οικονομία που θίγεται, την κλιματική κρίση, τα θέματα εξωτερικής πολιτικής με αιχμή το μεταναστευτικό, αλλά και τα θέματα που εκτυλίσσονται στην παγκόσμια σκακιέρα ανάμεσα στην Κίνα και τις δυνάμεις της Δύσης.
Από εκεί και πέρα, βλέπουμε μία πολύ μεγάλη υποχώρηση των Χριστιανοδημοκρατών και μία σημαντική ανάκαμψη των Σοσιαλδημοκρατών. Ελπίζω ότι, σύντομα, θα υπάρξει σχηματισμός νέας Κυβέρνησης και ότι αυτό δεν θα γίνει έπειτα από μεγάλο χρονικό διάστημα, όπως διαφαίνεται –ίσως– από μία πρώτη ανάγνωση των αποτελεσμάτων. Αυτό θα είναι προς το καλό και της Γερμανίας και, φυσικά, της Ευρώπης. Εμείς –σαν Ελλάδα– θα εξακολουθήσουμε να έχουμε τις πολύ καλές σχέσεις που έχουμε, πάντα, τόσο με τη Γερμανία, όσο και με τους υπόλοιπους εταίρους μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, προχωρώντας στο πλαίσιο που έχουμε, ήδη χαράξει. Για «σκλήρυνση» της δημοσιονομικής πολιτικής, είναι πολύ νωρίς να μιλήσει κανείς, όταν μάλιστα έχουμε τόσα πολλά ανοικτά μέτωπα με την πανδημία. Το βασικό ζητούμενο, αυτή τη στιγμή, είναι πώς η Ευρώπη θα επανέλθει σε μία κατάσταση ισχυρής και «στέρεης» ανάπτυξης. Η συζήτηση για τα δημοσιονομικά θα έλεγα ότι δεν είναι της παρούσης.
Δημοσίευση σχολίου
Δημοσίευση σχολίου